Θέλω πίσω όλα τα δώρα της νονάς μου
Νονοί – βαφτιστήρια.
Είναι ένα πολύ λεπτό θέμα που έρχεται πάντα στην επιφάνεια τέτοιες μέρες.
Οι περισσότεροι θέλουν μια καλή έκβαση σε μια σχέση τέτοιου είδους, αλλά όπως ξέρουμε δεν πετυχαίνει πάντα.
Και αυτό συμβαίνει είτε από τη μια μεριά είτε από την άλλη. Και αυτό συμβαίνει πάντα από τους ενήλικες. Γιατί τα παιδιά είναι εκείνα που είναι θεατές όλου αυτού. Και μερικές φορές πληγώνονται πολύ.
Η Μ. που μας έστειλε το δικό της κείμενο, μας άνοιξε την καρδιά της. Έβγαλε από την ψυχούλα της κάτι που την βαραίνει εδώ και χρόνια. Μας έγραψε «Ήθελα να το μοιραστώ, να το βγάλω από μέσα μου για να το αφήσω πίσω μου. Με πειράζει πάρα πολύ.»
Διαβάστε το κείμενο της Μ.
Θέλω να πω και εγώ την ιστορία μου για ένα θέμα που δεν έχω ξεπεράσει. Και πάντα τέτοιες γιορτινές μέρες το θυμάμαι και πληγώνομαι.
Έχω, όχι πολλές, αλλά πολύ όμορφες αναμνήσεις από τη νονά μου. Θυμάμαι ότι όταν ερχόταν και την έβλεπα έλαμπε όλος ο χώρος. Το ξέρω ότι με αγαπούσε γιατί το νιώθω ακόμη και σήμερα. Με είχε σαν παιδί της γιατί δικά της παιδιά δεν είχε.
Έχω μια συγκεκριμένη και πολύ έντονη ανάμνηση που ήρθε και με πήρε από το σπίτι για να με πάει βόλτα. Θυμάμαι ακόμη και την τσάντα της, ήταν μια λουλουδιαστή με άπειρα χρώματα. Μου έχει χαραχθεί στη μνήμη, γιατί σαν παιδί έλεγα ότι όταν μεγαλώσω θα της την ζητούσα.
Ήταν ένας ζωντανός άνθρωπος με ένα γάργαρο γέλιο μέσα από την ψυχή της, τόσο που έσπαγε κάθε κακή ενέργεια. Χαρούμενος άνθρωπος, γεμάτος αγάπη. Όταν με έπαιρνε αγκαλιά ένιωθα τόσο καλά όσο ένιωθα και με την αγκαλιά της μαμάς μου. Τόσο πολύ, για να καταλάβετε.
Και ξαφνικά εξαφανίστηκε. Όταν ρωτούσα τη μαμά μου, μου έλεγε ότι έχει πολλές δουλειές. Ήρθε και το πρώτο Πάσχα μετά από αυτό και φυσικά περίμενα ότι τουλάχιστον τότε θα εμφανιζόταν. Περίμενα και περίμενα. Η μαμά μου έλεγε ότι ίσως να έρθει αύριο. Και μετά ξανά αύριο. Και μετά ήρθε η Μ. Παρασκευή και κατάλαβα ότι δεν θα έρθει.
«Ααχ, σε ξέχασε φαίνεται η νονά σου», έλεγε η μαμά μου.
Μα δεν μπορεί, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ! Δεν μπορούσε να το χωρέσει το παιδικό κεφάλι μου! Γιατί; Οι ερωτήσεις μου δεν έβρισκαν ποτέ απάντηση, όλες οι απαντήσεις ήταν μπερδεμένες.
«Έχει πολλές δουλειές.», «Δεν ξέρω παιδί μου», «Μετακόμισε μακριά», «Πάλι γι αυτό με ρωτάς;».
Ο καιρός περνούσε και δε μιλούσαμε πια για τη νονά μου. Πέρασαν τα Χριστούγεννα. Ήρθε και το επόμενο Πάσχα. Με πείραζε πολύ. Η μαμά μου, μου έπαιρνε πάντα μια λαμπάδα για μεγαλύτερα παιδιά. Θεωρούσε εκείνες που ήθελα εγώ «βλακείες». Κάτι που ήξερα ότι δε θα έλεγε ποτέ η νονά μου.
Μα δεν ήταν ούτε η λαμπάδα, ούτε τα δώρα αυτά που μου έλειπαν.
Μου έλειπε εκείνη. Η αγκαλιά της και το γάργαρο γέλιο της. Το φως που έμπαινε στο δωμάτιο μόλις την έβλεπα. Οι βόλτες μας και το κρυφό παγωτό από τη μαμά. Και τι δε θα έδινα να ξανάκουγα τη φωνή της να με λέει «Να το, το λουλούδι μου!». Σας το γράφω και δακρύζω.
Καθώς μεγάλωνα καταλάβαινα ότι κάτι έχει συμβεί. Ούτε μετακόμισε, ούτε δουλειές είχε. Και η μαμά μου ήξερε. Η επόμενη φορά που την είδα ήταν όταν ήμουν έφηβη. Βρισκόμασταν μέσα στο λεωφορείο με τη μαμά μου και την είδα να περπατάει έξω. Θα την αναγνώριζα ανάμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους. Τινάχτηκα και σηκώθηκα από τη θέση μου σπρώχνοντας τη μαμά μου.
«Η νονά!!! Μαμά έλα να κατέβουμε στην επόμενη στάση, σε παρακαλώ!»
Μάταια όμως. Ένα απαξιωτικό «Ηρέμησε, που να κατεβαίνουμε τώρα;» της μαμάς μου, μου επιβεβαίωσε όσα φοβόμουν τόσο καιρό. Ήμουν αρκετά μεγάλη για να καταλάβω. Μάλλον είχαν μαλώσει και η μαμά μου είχε πικρία μέσα της; Κάτι τέτοιο.
Η μήπως η νονά με ξέχασε; Μήπως ξαφνικά έβαλε άλλες προτεραιότητες και δεν είχε χρόνο για εμένα; Και τότε κατάλαβα και τη μαμά μου. Θύμωσα με τη νονά μου. Εκείνη τη μέρα είπα ότι με πρόδωσε.
Δεν ξαναρώτησα τίποτα, το πήρα απόφαση. Μου έμειναν λίγες γλυκιές αναμνήσεις από τότε που ήμουν μικρή και αυτές κόντευαν να ξεθωριάσουν. Γιατί δεν μιλούσαμε πλέον ποτέ γι αυτό. Μέσα μου όμως με πλήγωνε πάντα τέτοιες γιορτινές μέρες. Σκεφτόμουν, αν η νονά δεν ήταν εγωίστρια θα είχαμε πολύ καλή σχέση.
Μεγάλωσα, παντρεύτηκα, έκανα παιδιά. Έχτισα πολύ γερές βάσεις με τους κουμπάρους και τους νονούς των παιδιών μου. Το είχα μέσα μου αυτό το πράγμα. Γιατί εγώ ταλαιπωρήθηκα από αυτό.
Ώσπου μια μέρα… έγινε η αποκάλυψη
Πριν λίγα χρόνια, στο γιορτινό τραπέζι της Κυριακής του Πάσχα ήρθε η συζήτηση. Η μαμά μου συζητούσε με μια θεία μου για τη νονά μου. Έστησα αυτί γιατί μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Τότε την άκουσα να λέει:
«Μωρέ καλά έκανα και της έστελνα τα δώρα πίσω. Ποια νομίζει ότι είναι; Ούτε τα δώρα της θέλω ούτε τίποτα.»
Πάγωσα.
«Ααα σας έστελνε δώρα;», αναρωτήθηκε η θεία μου.
«Ναιιιι! Μας έστελνε για χρόνια! Είχε θράσος! Και τηλέφωνα έπαιρνε για ένα διάστημα και σταμάτησε όταν το σήκωνα και της το έκλεινα.»
Εκείνη τη στιγμή τάιζα τη μικρή μου. Την έδωσα στον πατέρα της, σηκώθηκα και πήγα μπροστά της.
«Θέλω πίσω όλα τα δώρα της νονάς μου! ΌΛΑ! Με ακούς; Δε με νοιάζει που θα τα βρεις, τα θέλω πίσω! ΟΛΑ!»
Με έπιασαν τα κλάματα.
«Και τα δώρα τα έστελνε σε εμένα, όχι σε «εμάς». Σε ΕΜΕΝΑ!»
Φυσικά δεν με ένοιαζαν καθόλου τα δώρα. Είναι όμως ο συμβολισμός όλων αυτών των χρόνων και μιας χαμένης σχέσης που εγώ την ήθελα και μου έλειψε. Πολύ.
Εκείνη τη μέρα έκλαψα απαρηγόρητη. Και τώρα που σας το γράφω πάλι κλαίω. Προσπάθησαν όλοι μαζί να μου εξηγήσουν. Έγινε μια μεγάλη παρεξήγηση και αποφάσισαν «να κόψουν σχέσεις». Δεν με ενδιέφερε ΚΑΘΟΛΟΥ.
Το μόνο που με ενδιέφερε είναι που τόσα χρόνια μου έλειψε η νονά μου. Που με έκαναν να πιστέψω ότι ήταν εγωίστρια και με ξέχασε. Πώς το λες αυτό σε ένα μικρό παιδί; Που εκείνη δε με ξέχασε ποτέ και έστελνε δώρα τις γιορτές και η μαμά μου τα έστελνε πίσω. Και εγώ έκλαιγα κρυφά τα βράδια γιατί όλοι οι φίλοι μου έπαιρναν δώρα από τους νονούς και εγώ τίποτα. Που δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να της ζητήσω τη λουλουδιαστή τσάντα της.
Πρόσφατα τη βρήκα στο facebook τη νονά μου. Εδώ και μέρες είμαι με το χέρι έτοιμο να κάνει αίτημα φιλίας. Όμως ντρέπομαι τόσο πολύ για τη συμπεριφορά της μαμάς μου. Φοβάμαι ότι δε θα με δεχτεί. Φοβάμαι μια ακόμη απόρριψη της, έστω και αν ξέρω ότι η προηγούμενη ήταν ψεύτικη.
Θέλω ίσως λίγο χρόνο ακόμα, δεν έχω ξεπεράσει ακόμη το ψέμα όλων αυτών των χρόνων και κατά κάποιο τρόπο νιώθω συνυπεύθυνη απέναντι στη νονά. Δε θέλω ούτε να σκέφτομαι τη στεναχώρια της όταν τα δώρα επέστρεφαν. Φοβάμαι μήπως νομίζει ότι εγώ συμφωνούσα με αυτό. Δεν ξέρω αν θα με πιστέψει ότι θέλω πίσω όλα τα δώρα, τα χαμένα χρόνια, τη χαμένη σχέση.
Έγραψα αυτό το κείμενο για να ξαλαφρώσω. Ήθελα να το μοιραστώ, να το βγάλω από μέσα μου για να το αφήσω πίσω μου. Με πειράζει πάρα πολύ ακόμη και σήμερα.
Σας ευχαριστώ που με διαβάσατε. M.
Update: Η γλυκύτατη Μ. μετά τη δημοσίευση του άρθρου και τα ενθαρρυντικά σχόλια, μας ενημέρωσε ότι αποφάσισε να κάνει την κίνηση να επικοινωνήσει με τη νονά της. Ευχόμαστε ολόψυχα μια όμορφη εξέλιξη.
Επιμέλεια κειμένου: Λίζα
Έχεις μια ιστορία ή κάτι να μας πεις; Εμείς θέλουμε να το διαβάσουμε! Στείλε μας e-mail στο [email protected]